Vystěhovalectví στα ελληνικά
Μετάφραση: vystěhovalectví, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετανάστευση, αποδημία, Αποδημία, Η μετανάστευση, Μετανάστευσης, Ξενιτιάς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hojně στα ελληνικά - άφθονα, δαψιλώς, αφειδώς, απλόχερα
- konspekt στα ελληνικά - θεωρητικός, χωνεύω, περίληψη, PRECIS, του PRECIS
- nadutost στα ελληνικά - έπαρση, υπεροψία, αλαζονεία, καμάρι, αγερωτό, haughtiness, υπεροψίας, ...
- nápodobně στα ελληνικά - παρομοίως, επίσης, ομοίως, ίδιο, το ίδιο
Τυχαίες λέξεις
Vystěhovalectví στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετανάστευση, αποδημία, Αποδημία, Η μετανάστευση, Μετανάστευσης, Ξενιτιάς
Μεταφράσεις: μετανάστευση, αποδημία, Αποδημία, Η μετανάστευση, Μετανάστευσης, Ξενιτιάς