Vzniknout στα ελληνικά

Μετάφραση: vzniknout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προέρχομαι, ανατέλλω, εγείρομαι, προκύπτω, επακολουθώ, αυξάνομαι, ορθώνομαι, αύξηση, αναπτύξουν, να αναπτύξουν, αναπτύξει, να αναπτύξει, αναπτύσσουν
Vzniknout στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • děravý στα ελληνικά - κούφιος, κοίλος, βαθουλωμένος, υπόκωφος, Ιερές τρύπες
  • kdákat στα ελληνικά - κακαρίζω, κακκαρίζω σαν κότα
  • nešlechetný στα ελληνικά - βάθρο, χαμηλός, παραδόπιστος, εννοώ, σημαίνω, ευτελής, τσιγκούνης, ...
  • ortodoxie στα ελληνικά - ορθοδοξία, Ορθοδοξίας, την Ορθοδοξία, η Ορθοδοξία, με την ορθοδοξία
Τυχαίες λέξεις
Vzniknout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προέρχομαι, ανατέλλω, εγείρομαι, προκύπτω, επακολουθώ, αυξάνομαι, ορθώνομαι, αύξηση, αναπτύξουν, να αναπτύξουν, αναπτύξει, να αναπτύξει, αναπτύσσουν