Zdvihnout στα ελληνικά
Μετάφραση: zdvihnout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορθώνομαι, ανυψώνω, ασανσέρ, σηκώνω, αναστηλώνω, αυξάνομαι, ανατέλλω, υψώνω, αύξηση, ανατρέφω, αυξήσει, αυξήσουν, αυξηθεί, την αύξηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bahnisko στα ελληνικά - έλος, βάλτος, μαζεύω, κέλυφος, Slough, νεκρωμένου ιστού, τέλμα της αποθάρρυνσης
- bilión στα ελληνικά - δισεκατομμύριο, τρισεκατομμύριο, τρισεκατομμύρια, τρισ, τρις, τρισεκατομμυρίων
- bravura στα ελληνικά - νταηλίκι, Bravado, τα Bravado, παλικαριά, ψευτοπαλλικαριά
- domýšlivý στα ελληνικά - ματαιόδοξος, αλαζονικός, εγωκεντρικός, αυτάρεσκος, μάταιος, ξιπασμένος, καμαρωτός, ...
Τυχαίες λέξεις
Zdvihnout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορθώνομαι, ανυψώνω, ασανσέρ, σηκώνω, αναστηλώνω, αυξάνομαι, ανατέλλω, υψώνω, αύξηση, ανατρέφω, αυξήσει, αυξήσουν, αυξηθεί, την αύξηση
Μεταφράσεις: ορθώνομαι, ανυψώνω, ασανσέρ, σηκώνω, αναστηλώνω, αυξάνομαι, ανατέλλω, υψώνω, αύξηση, ανατρέφω, αυξήσει, αυξήσουν, αυξηθεί, την αύξηση