Aiheuttaa στα ελληνικά
Μετάφραση: aiheuttaa, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναστηλώνω, προκαλώ, γεννώ, κάνω, κατασκευάζω, υψώνω, εξαναγκάζω, παράγω, σηκώνω, γεννοβολώ, προσκομίζω, δημιουργώ, φτιάχνω, ανατρέφω, αιτία, αιτίας, αίτιο, προκαλούν, λόγος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aiheellinen στα ελληνικά - δικαιολογείται, δικαιολογημένη, δικαιολογημένες, αιτιολογημένες, δικαιολογημένο
- aihekohtainen στα ελληνικά - θεματικός, θεματική, Θεματικό, θεματικής, Θεματικές
- aiheuttaja στα ελληνικά - σκοπός, αρχή, πηγή, προκαλώ, προξενώ, έναρξη, ρίζα, ...
- aihio στα ελληνικά - διατυπώνω, σκιαγράφηση, άγραφος, άγραφτος, λευκός, κενό, κενές, ...
Τυχαίες λέξεις
Aiheuttaa στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναστηλώνω, προκαλώ, γεννώ, κάνω, κατασκευάζω, υψώνω, εξαναγκάζω, παράγω, σηκώνω, γεννοβολώ, προσκομίζω, δημιουργώ, φτιάχνω, ανατρέφω, αιτία, αιτίας, αίτιο, προκαλούν, λόγος
Μεταφράσεις: αναστηλώνω, προκαλώ, γεννώ, κάνω, κατασκευάζω, υψώνω, εξαναγκάζω, παράγω, σηκώνω, γεννοβολώ, προσκομίζω, δημιουργώ, φτιάχνω, ανατρέφω, αιτία, αιτίας, αίτιο, προκαλούν, λόγος