Λέξη: άσεμνος

Συνώνυμα: άσεμνος

ζωηρός, νόστιμος, πικάντικος, ιδιόχυμος, ανήθικος, αισχρός, απρεπής, μη αγνός, άκοσμος

Μεταφράσεις: άσεμνος

άσεμνος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
obscene, unchaste, indecorous, indecent, racy

άσεμνος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
obsceno, sucio, impúdico, unchaste, impúdica, impura, casto

άσεμνος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
obszön, unzüchtig, widerlich, unkeusch, unkeuschen, unchaste, unkeusche

άσεμνος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
immoral, impudique, sale, répugnant, ordurier, indécent, prostituée, chaste, impudiques, non chaste

άσεμνος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
osceno, impudico, unchaste, libertina, impudica, impura

άσεμνος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
impuro, desonesto, casta, sem castidade, incasto

άσεμνος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schunnig, schuin, weerzinwekkend, obsceen, vuil, onkuis, onkuise

άσεμνος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
грязный, непотребный, матерный, скабрезный, отвратительный, неприличный, непристойный, похабный, неблагопристойный, противный, блудницей, нецеломудренными, нецеломудренна, любодеи

άσεμνος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
uanstendig, slibrig, ukysk, løsaktig, unchaste, ingen løsaktig

άσεμνος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
unchaste, okysk, okyska

άσεμνος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
irstas, rivo, rietas, säädytön, vastenmielinen, siveetön, unchaste, siveettömiä

άσεμνος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ukysk, unchaste, ukyske

άσεμνος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
obscénní, sprostý, necudný, nemravný, neslušný, oplzlý, ženou nepočestnou

άσεμνος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
sprośny, nieprzyzwoity, niemoralny, obsceniczny, plugawy, niecenzuralny, grubiański, brudny, unchaste, nieczysta

άσεμνος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szemérmetlen, tisztátalan

άσεμνος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
iğrenç, tiksindirici, müstehcen, iffetsiz, unchaste, kahpe, namussuz

άσεμνος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
непристойний, непристойно, непристойного

άσεμνος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
jo i përkorë, epsharak, pamoralshme, e pamoralshme, qenë e pamoralshme

άσεμνος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
нецеломъдрен, блудница, нецеломъдрени

άσεμνος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
непрыстойны, непрыстойныя, непрыстойную

άσεμνος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
obstsöönne, rõve, voorusetu, siveetön, riku abielu

άσεμνος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sramotan, bestidan, nepristojan, poročan, bludan, čestite, nevaljalica

άσεμνος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
unchaste

άσεμνος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Nepadorumas, Netirpus

άσεμνος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
netīrs, nešķīsts

άσεμνος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
unchaste

άσεμνος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
obscen, desfrânat, târfă, caøti

άσεμνος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
nečisti, Poročan, zelo nečisti

άσεμνος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
obscénni, neslušný, oplzlý, necudný, nemravný
Τυχαίες λέξεις