Akuutti στα ελληνικά
Μετάφραση: akuutti, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οξυδερκής, έντονος, οξύς, οξεία, οξείας, οξείες, οξύ
Μεταφράσεις
- akustiikka στα ελληνικά - ακουστική, ακουστικής, την ακουστική, ακουστική του, της ακουστικής
- akustinen στα ελληνικά - ακουστικός, ηχητικός, ακουστική, ακουστικό, ακουστικών, ακουστικά
- akvaario στα ελληνικά - ενυδρείο, ενυδρείου, ενυδρείων, του ενυδρείου, το ενυδρείο
- ala στα ελληνικά - γραμμή, κλάδος, φάσμα, βαθμός, ρυτίδα, έκταση, ταπεινώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Akuutti στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οξυδερκής, έντονος, οξύς, οξεία, οξείας, οξείες, οξύ
Μεταφράσεις: οξυδερκής, έντονος, οξύς, οξεία, οξείας, οξείες, οξύ