Henkinen στα ελληνικά
Μετάφραση: henkinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψυχικός, διανοητικός, πνευματικός, υποκειμενικός, εγκεφαλικός, επουσιώδης, διανοούμενος, ψυχική, ψυχικής, διανοητική, νοητική, ψυχικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- henkilöstö στα ελληνικά - προσωπικό, προσωπικού, το προσωπικό, του προσωπικού, υπαλλήλων
- henkilöstön hankinta στα ελληνικά - πρόσληψη, στρατολόγηση, πρόσληψης, προσλήψεων, προσλήψεις
- henkipatto στα ελληνικά - φυγάς, ανυπότακτων, θέτει εκτός νόμου, παρανόμους, παράνομους, παράνομοι
- henkirikos στα ελληνικά - σκοτώνω, φόνος, βρώμικο παιχνίδι, φάουλ παίξει, παραβατικό παιχνίδι, βάναυσο παιχνίδι, αποκρουστικό παιχνίδι
Τυχαίες λέξεις
Henkinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψυχικός, διανοητικός, πνευματικός, υποκειμενικός, εγκεφαλικός, επουσιώδης, διανοούμενος, ψυχική, ψυχικής, διανοητική, νοητική, ψυχικές
Μεταφράσεις: ψυχικός, διανοητικός, πνευματικός, υποκειμενικός, εγκεφαλικός, επουσιώδης, διανοούμενος, ψυχική, ψυχικής, διανοητική, νοητική, ψυχικές