Himmetä στα ελληνικά
Μετάφραση: himmetä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θαμπός, θολός, θολωμένος, αμυδρός, θαμπώνω, ξεθωριάζω, αμαυρώσει, να αμαυρώσει, αμαυρώσει τη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hilse στα ελληνικά - κλίμακας, λέπι, κλιμάκωση, κλίμακα, πιτυρίδα, πιτυρίδας, της πιτυρίδας, ...
- hima στα ελληνικά - σπίτι
- himmeys στα ελληνικά - σκούρος, μελαχρινός, σκοτεινός, μουχρός, ανιαρότητα, νωθρότητα, τη νωθρότητα, ...
- himmeä στα ελληνικά - αδιαφανής, χνουδάτος, βαρετός, θολωμένος, αμυδρός, θολός, σκοτεινός, ...
Τυχαίες λέξεις
Himmetä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θαμπός, θολός, θολωμένος, αμυδρός, θαμπώνω, ξεθωριάζω, αμαυρώσει, να αμαυρώσει, αμαυρώσει τη
Μεταφράσεις: θαμπός, θολός, θολωμένος, αμυδρός, θαμπώνω, ξεθωριάζω, αμαυρώσει, να αμαυρώσει, αμαυρώσει τη