Λέξη: άπταιστος
Μεταφράσεις: άπταιστος
άπταιστος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fluent, fluently, fluent in, excellent, is fluent
άπταιστος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
fluido, con fluidez, fluidez, fluidamente, soltura, con soltura
άπταιστος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
eloquent, fließend, flüssig, fliessend, fließend zu
άπταιστος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
liquide, coulant, fluide, éloquent, couramment, parfaitement, couramment le, aisance
άπταιστος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fluentemente, correntemente, fluente, scorrevole, scioltezza
άπταιστος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fluentemente, fluente, fluência, com fluência, fluently
άπταιστος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
stromend, vloeiend, vlot, vloeiend te, vloeiende
άπταιστος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
быстрый, скорый, гладкий, вольный, пластичный, плавный, беглый, свободный, складный, бегло, плавно, свободно, языками, гладко
άπταιστος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
flytende
άπταιστος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
flytande, obehindrat, fluently, ledigt
άπταιστος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vuolas, kaunopuheinen, virtaava, sulavasanainen, sujuvasti, sujuvaa, sujuvammin
άπταιστος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
flydende
άπταιστος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
výřečný, tekutý, plynoucí, plynný, tekoucí, plynně, plynule, se plynule, gramaticky
άπταιστος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wymowny, biegły, potoczysty, płynny, płynnie, biegle, płynnie po, się płynnie
άπταιστος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
folyékony, folyékonyan, folyamatos, Folyamatosan, gördülékenyen
άπταιστος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
akıcı, akıcı biçimde, akıcı bir şekilde, akıcı bir, akıcı olarak
άπταιστος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
швидкий, плавний, побіжно, швидко, нашвидку, вільно
άπταιστος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rrjedhshëm, rrjedhshem, të rrjedhshëm, i rrjedhshëm i, rrjedhshëm i
άπταιστος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
свободно, гладко, плавно
άπταιστος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
бегла, свабодна, ўцёкла, уцёкла, подбегам
άπταιστος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sorav, ladusalt, soravalt, sujuvalt
άπταιστος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
živahan, tečan, okretan, tečno, jezikom, fluentno, je tečno, su tečno
άπταιστος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
reiprennandi, öryggi, af öryggi, snjallt
άπταιστος στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
eloquens, facundus
άπταιστος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
laisvai, sklandžiai, bendrauti laisvai, sklandžiau
άπταιστος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tekoši, brīvi, runāt pilnīgi brīvi, pilnīgi brīvi, raiti
άπταιστος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
течно, флуентно, одлично, празен, течно да
άπταιστος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fluent, fluent limbile, fluent limba, cursiv, fluentă
άπταιστος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
tekoče
άπταιστος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
plynný, plynulý, plynne, plynule, plynulo, plynule po, plynulo po
Τυχαίες λέξεις