Identtinen στα ελληνικά

Μετάφραση: identtinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ολόιδιος, ταυτόσημες, πανομοιότυπα, όμοια, ταυτόσημη, πανομοιότυπο
Identtinen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • idealistinen στα ελληνικά - ψηλός, μεταρσιωμένος, υπερόπτης, ιδεαλιστική, ιδεαλιστικό, ιδεαλιστικές, ιδεαλιστικών, ...
  • identiteetti στα ελληνικά - ταυτότητα, ταυτότητας, ταυτότητά, την ταυτότητα, την ταυτότητά
  • ideoija στα ελληνικά - ιδέα, ιδέας, την ιδέα, ιδέα για, η ιδέα
  • idiootti στα ελληνικά - καθυστερώ, βλάκας, επιβραδύνω, ηλίθιος, ηλίθιο, idiot, ανόητος
Τυχαίες λέξεις
Identtinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ολόιδιος, ταυτόσημες, πανομοιότυπα, όμοια, ταυτόσημη, πανομοιότυπο