Λέξη: είδα

Σχετικές λέξεις: είδα

είδα το χάρη με τα μάτια μου, είδα στον ύπνο μου μια θάλασσα να καίγεται, είδα το παλιό να πλησιάζει μα ερχόταν σα νέο, είδα μάτια, είδα κάποτε μια μέλισσα πνιγμένη μέσα στο μέλι και κατάλαβα, είδα το άγιο φως, είδα την άννα κάποτε - σαββοπουλος, είδα στα μάτια σου τον κόσμο, είδα τα μάτια σου κλαμένα καλή μου, είδα στον ύπνο μου, σε είδα

Μεταφράσεις: είδα

είδα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
saw, I saw, I watched, seen, I saw it

είδα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
serrucho, sierra, vi, vi a, que vi, he visto, lo vi

είδα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sah, sägen, sprichwort, gesehen, säge, ich sah,, ich sah, ich habe, sah ich, habe ich

είδα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
virent, proverbe, scie, scier, vu, couper, je ai vu, je vis, que je ai vu, je voyais

είδα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sega, segare, ho visto, vidi, che ho visto, vedevo, ho vista

είδα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
serrar, serrote, provérbio, vi, eu vi, que vi, que eu vi, I viu

είδα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zag, spreekwoord, zaag, zagen, ik zag, zag ik, ik heb

είδα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
напилить, выпиливать, выпилить, пилить, пила, подпиливать, Я видел, я увидел, я увидела

είδα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sag, jeg så, så jeg

είδα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
såga, såg, jag såg, såg jag, jag sĺg, jag sågar

είδα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
koki, havaitsi, näkivät, näki, saha, Olen nähnyt, näin, huomasin, minä näin, kun näin

είδα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
sav, save, jeg så, så jeg, jeg sĺ, jeg saae

είδα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pilka, řezat, pila, rozřezat, viděl jsem, jsem viděl, jsem viděla, jsem uviděl

είδα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
piłka, rżnąć, gestykulować, piłować, pilarka, piła, nadpiłować, Widziałam, widziałem, zobaczyłem, ujrzałem

είδα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
példabeszéd, láttam, megláttam, láték, látám

είδα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
atasözü, testere, Ben, I, ı, bir

είδα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пилка, пила, Я

είδα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
qep, sharrë, unë pashë, pashë, kam parë, e pashë, e kam parë

είδα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пила, видях, аз видях, което видях

είδα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пiла, Я

είδα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nägi, ütlus, saagima, ma nägin, nägin, nägin ma

είδα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
piliti, ugledala, vidio, poslovica, pila, jugozapad, izreka, I, sam, ja, mi, ću

είδα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ég sá, sá ég, sem ég sá, sá

είδα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
patarlė, pjūklas, mačiau, pamačiau, aš pamačiau, aš mačiau

είδα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sakāmvārds, paruna, zāģis, Es redzēju, redzēju, Tad es redzēju, ieraudzīju

είδα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пилата, видов, го видов, видено, ја видов, ги видов

είδα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
proverb, am văzut, am vazut

είδα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
žaga, videl sem, sem videl, videla sem, videl, sem videla

είδα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
videl, Videli

Στατιστικά δημοτικότητας: είδα

Τυχαίες λέξεις