Ihmeellinen στα ελληνικά
Μετάφραση: ihmeellinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θαυμαστός, θαυμάσιος, απίθανος, υπέροχος, καταπληκτικός, τεράστια, καταπληκτική, τεράστιο, θαυμαστό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ihastuttava στα ελληνικά - τερπνός, νόστιμος, ευφρόσυνος, ευχάριστος, ευχάριστο, απολαυστικό, ευχάριστη, ...
- ihme στα ελληνικά - διερωτώμαι, θαύμα, αναρωτιέμαι, θαυμασμός, αναρωτιούνται, αναρωτιέστε, αναρωτηθεί, ...
- ihmeellisesti στα ελληνικά - θαυμαστός, ως εκ θαύματος, θαύματος, εκ θαύματος, θαυματουργικά, από θαύμα
- ihmetellä στα ελληνικά - ερευνώ, ερωτώ, αναρωτιέμαι, αναρωτιούνται, αναρωτιέστε, αναρωτηθεί, αναρωτηθείτε
Τυχαίες λέξεις
Ihmeellinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θαυμαστός, θαυμάσιος, απίθανος, υπέροχος, καταπληκτικός, τεράστια, καταπληκτική, τεράστιο, θαυμαστό
Μεταφράσεις: θαυμαστός, θαυμάσιος, απίθανος, υπέροχος, καταπληκτικός, τεράστια, καταπληκτική, τεράστιο, θαυμαστό