Injektio στα ελληνικά
Μετάφραση: injektio, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ένεση, έγχυση, ένεσης, ενέσιμο, έγχυσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- inhottaa στα ελληνικά - εξέγερση, φρίκη, σιχαίνομαι, αηδία, απόκρουση, απώθηση, απώθησης, ...
- inhottava στα ελληνικά - βδελυρός, εναγής, απεχθής, αηδιαστικός, αηδιαστικό, αηδιαστική, αηδιαστικές, ...
- injektioruisku στα ελληνικά - σύριγγα, υποδερμική, υποδερμικής, υποδερμικές, υποδόρια, υποδερμικών
- inkivääri στα ελληνικά - τζίντζερ, πιπερόριζα, το τζίντζερ, πιπερόριζας, πιπεροριζών
Τυχαίες λέξεις
Injektio στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ένεση, έγχυση, ένεσης, ενέσιμο, έγχυσης
Μεταφράσεις: ένεση, έγχυση, ένεσης, ενέσιμο, έγχυσης