Itseriittoinen στα ελληνικά

Μετάφραση: itseriittoinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτάρεσκος, αυτάρκης, αυτάρκεις, αυτάρκη, αυτάρκεια, αυτάρκες
Itseriittoinen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • itsepäisyys στα ελληνικά - πείσμα, ισχυρογνωμοσύνη, το πείσμα, την ισχυρογνωμοσύνη, ανένδοτης
  • itserakkaus στα ελληνικά - φιλαυτία, ματαιοδοξία, κενοδοξία, ματαιότητα, αλαζονεία, έπαρση, η έπαρση, ...
  • itsesi στα ελληνικά - τον εαυτό σας, εαυτό σας, τον εαυτό, εαυτό, μόνοι σας
  • itsetarkkailu στα ελληνικά - Αυτοέλεγχος, αυτοπαρακολούθηση, αυτοπαρακολούθησης, η αυτοπαρακολούθηση, της αυτοπαρακολούθησης
Τυχαίες λέξεις
Itseriittoinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτάρεσκος, αυτάρκης, αυτάρκεις, αυτάρκη, αυτάρκεια, αυτάρκες