Kärryt στα ελληνικά
Μετάφραση: kärryt, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αραμπάς, χειράμαξα, κουβαλώ, άρμα, καλάθι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kärpännahkaviitta στα ελληνικά - Αυτό, ότι, Αυτή, Αυτός, εν λόγω
- kärry στα ελληνικά - χειράμαξα, όχημα, κουβαλώ, αραμπάς, καλάθι
- kärsimys στα ελληνικά - καταριέμαι, ταλαιπωρία, πάσχουν, που πάσχουν, υποφέρουν, που υποφέρουν
- kärsivällinen στα ελληνικά - ασθενής, υπομονετικός, ασθενή, ασθενούς, ασθενών, των ασθενών
Τυχαίες λέξεις
Kärryt στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αραμπάς, χειράμαξα, κουβαλώ, άρμα, καλάθι
Μεταφράσεις: αραμπάς, χειράμαξα, κουβαλώ, άρμα, καλάθι