Karkea στα ελληνικά
Μετάφραση: karkea, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόστυχος, τραχύς, ωμός, σκληρός, χυδαίος, βάναυσος, ακατέργαστος, αγροίκος, πρόχειρος, δριμύς, χονδροειδής, άξεστος, άγριος, ακατέργαστων, τραχύ, τραχιά, ακατέργαστα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- karkaista στα ελληνικά - οργή, μετριάζω, σκληραίνω, διάθεση, ιδιοσυγκρασία, την ψυχραιμία, ψυχραιμία
- karkaus στα ελληνικά - φυγή, πτήση
- karkeapintainen στα ελληνικά - ανώμαλες, αδρές επιφάνειες, Αδρή
- karkeasti στα ελληνικά - πρόχειρα, περίπου, χονδρικά, προσέγγιση, σχεδόν, κατά προσέγγιση
Τυχαίες λέξεις
Karkea στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόστυχος, τραχύς, ωμός, σκληρός, χυδαίος, βάναυσος, ακατέργαστος, αγροίκος, πρόχειρος, δριμύς, χονδροειδής, άξεστος, άγριος, ακατέργαστων, τραχύ, τραχιά, ακατέργαστα
Μεταφράσεις: πρόστυχος, τραχύς, ωμός, σκληρός, χυδαίος, βάναυσος, ακατέργαστος, αγροίκος, πρόχειρος, δριμύς, χονδροειδής, άξεστος, άγριος, ακατέργαστων, τραχύ, τραχιά, ακατέργαστα