Λέξη: θαμώνας

Σχετικές λέξεις: θαμώνας

θαμώνας συνώνυμο, θαμώνας λεξικό

Συνώνυμα: θαμώνας

προστάτης, μπάρμαν, πάτρων, πελάτης, θαμών

Μεταφράσεις: θαμώνας

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
patron, habitue, frequenter, habitué, a habitué
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
mecenas, asiduo, parroquiano, Habitue, habitué
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sponsor, förderer, mäzen, gönner, förderin, Stammgast, habitue
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
client, mécène, protecteur, habitué, des habitués, habitué de
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
habitué, frequentatore, habitue
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
freqüentador habitual, habitué, habitue, frequentador
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beschermheilige, beschermheer, stamgast, Habitue, habitué, vaste bezoeker, Habitue geweest
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
клиент, меценат, кинозритель, шеф, покровитель, патрон, протектор, заступник, завсегдатай, завсегдатаем, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
habitue, Globe Quarters, Lena
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
Habitue
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vakioasiakas, suosija, suojelija, kantavieras, vakituinen yleisö
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
Habitue
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
mecenáš, štamgast, stálý host, častý návštěvník
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
patron, mecenas, gość, opiekun, stały bywalec, Habitue, bywalec
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
patrónus, védnök, törzsvendég
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
müdavim, Habitue, devamlı müşteri, gedikli
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
заступник, патрона, патрон, клієнт, покровитель, завсідник, завсідниця, частий гість
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
frekuentues i rregullt
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
патрон, редовен посетител
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
апякун, заўсёднік, сталы наведнік
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
klient, patroon, Alaline, Alaline elanikkond
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
klijent, patron, zaštitnik, pokrovitelj, gospodar, prolaznik, posjetilac
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
habitue
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Nuolatinis lankytojas
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pastāvīgs apmeklētājs
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
habitue
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
habitue
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
habitue
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
štamgast
Τυχαίες λέξεις