Keskenään στα ελληνικά
Μετάφραση: keskenään, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάμεσα, μεταξύ τους, μεταξύ τους όσο, εταξύ τους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- keskeneräinen στα ελληνικά - ημιτελής, ημιτελή, ημιτελές, ημιτελών, ημιτελείς
- keskenkasvuinen στα ελληνικά - νέος, μικρός, έφηβος, εφήβων, εφήβου, εφηβική, έφηβο
- keskeyttää στα ελληνικά - διακόπτω, καταστρέφω, διακοπή, διακόψει, διακόπτουν, διακόψετε
- keskeytys στα ελληνικά - διάλειμμα, διακοπή, διακοπής, τη διακοπή, η διακοπή, διακοπή της
Τυχαίες λέξεις
Keskenään στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάμεσα, μεταξύ τους, μεταξύ τους όσο, εταξύ τους
Μεταφράσεις: ανάμεσα, μεταξύ τους, μεταξύ τους όσο, εταξύ τους