Λέξη: υποψία

Σχετικές λέξεις: υποψία

υποψία εγκυμοσύνης, υποψία (chloe), υποψία hpv, υποψία για hpv, υποψία (2009), υποψία ταινία, υποψία συνώνυμα

Συνώνυμα: υποψία

δυσπιστία, υπόνοια

Μεταφράσεις: υποψία

υποψία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
suspicion, suspected, suspicion of, suspect, a suspicion

υποψία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
espina, sospecha, recelo, sospechas, la sospecha, sospecha de, suspicacia

υποψία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ahnung, verdacht, vermutung, argwohn, Verdacht, Argwohn, Misstrauen, Verdachts

υποψία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
soupçon, ombrage, suspicion, soupçons, la suspicion, soupçonner

υποψία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sospetto, sospetti, il sospetto, diffidenza, sospetta

υποψία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
suspensórios, suspeita, suspeição, suspeitas, desconfiança, suspeita de

υποψία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wantrouwen, verdenking, achterdocht, argwaan, vermoeden

υποψία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
подозрение, привкус, оттенок, подозрения, подозрительность, подозрений

υποψία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
mistanke, mistenksomhet, mistanken, mistanke om, mistenkt

υποψία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
misstanke, misstankar, misstänksamhet, misstanken, misstanke om

υποψία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
aavistus, epäily, epäluulo, epäilys, epäillä, epäilyn, epäilystä

υποψία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
mistanke, mistanke om, mistanken, mistænksomhed

υποψία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tušení, podezření, nedůvěra, podezření na

υποψία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
posądzanie, podejrzliwość, posądzenie, podejrzenie, podejrzenia, podejrzeń

υποψία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gyanú, gyanítás, gyanúja, gyanúját, gyanút, gyanakvás

υποψία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şüphe, kuşku, şüphesi, bir şüphe, şüpheler

υποψία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відтінок, підозру, підозра, присмак, підозріння, підозри

υποψία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dyshim, dyshimi, dyshim i, dyshime, dyshimi i

υποψία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
подозрение, съмнение, подозрения

υποψία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
падазрэнне, падазрон, падазрэньне, падазрэнні, падазронасць

υποψία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kahtlus, kahtluse, kahtlusest, kahtlusega

υποψία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sumnja, sumnje, sumnju, sumnja da, sumnji

υποψία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
grunsemd, grunur, grunur leikur, grunur um, tortryggni, grun

υποψία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
įtarimas, įtarimų, įtariama

υποψία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aizdomas, aizdomām, aizdomas par, aizdomu

υποψία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сомневање, сомневањето, сомнение, под сомнение, сомнеж

υποψία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
bănuială, suspiciune, suspiciunea, suspiciuni, suspiciunii

υποψία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
sum, suma, sumu, za sum

υποψία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
podozrenie, podozrenia, podozrení, podozreniu, podozrivé
Τυχαίες λέξεις