Kisälli στα ελληνικά
Μετάφραση: kisälli, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δόκιμος, ειδικευμένος τεχνίτης, τεχνίτη, τεχνίτης, από τεχνίτη, τον τεχνίτη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kissanpentu στα ελληνικά - γατάκι, το γατάκι, γατούλας, γατακιών, της γατούλας
- kisu στα ελληνικά - αιλουροειδής, γατούλα, γατάκι, Kitty, το γατάκι, γατακιών
- kita στα ελληνικά - στόμιο, στόμα, το στόμα, πυρετού, στόματος, πυρετό
- kitalaki στα ελληνικά - υπερώα, ουρανίσκος, ουρανίσκο, υπερώας, τον ουρανίσκο
Τυχαίες λέξεις
Kisälli στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δόκιμος, ειδικευμένος τεχνίτης, τεχνίτη, τεχνίτης, από τεχνίτη, τον τεχνίτη
Μεταφράσεις: δόκιμος, ειδικευμένος τεχνίτης, τεχνίτη, τεχνίτης, από τεχνίτη, τον τεχνίτη