Kyöpeli στα ελληνικά

Μετάφραση: kyöpeli, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκιά, φάντασμα, Kyöpeli
Kyöpeli στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kyytiraha στα ελληνικά - φαγητό, συγκέντρωση, τη συγκέντρωση, ομαδοποίηση, συγκέντρωσης, συγκέντρωση των
  • kyökki στα ελληνικά - κουζίνα
  • kädellä στα ελληνικά - χέρι, πλευρά, το χέρι, χεριού, μεριά
  • kädet στα ελληνικά - όπλα, τα χέρια, χέρια, χεριών, hands, στα χέρια
Τυχαίες λέξεις
Kyöpeli στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκιά, φάντασμα, Kyöpeli