Kylpyhuone στα ελληνικά

Μετάφραση: kylpyhuone, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπανιέρα, μπάνιο, λουτρό, τουαλέτα, μπάνιου
Kylpyhuone στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kylpy στα ελληνικά - λουτρό, μπανιέρα, μπάνιο, λουτρού, μπάνιου
  • kylpyamme στα ελληνικά - μπάνιο, σαπιοκάραβο, λουτρό, μπανιέρα, μπανιέρα με
  • kyltymätön στα ελληνικά - αχόρταγος, ακόρεστη, την ακόρεστη, ακόρεστες, αχόρταγη
  • kylvettää στα ελληνικά - λούζομαι, λουτρό, μπανιέρα, μπάνιο, λουτρού, μπάνιου
Τυχαίες λέξεις
Kylpyhuone στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπανιέρα, μπάνιο, λουτρό, τουαλέτα, μπάνιου