Λέξη: μελισσοτροφείο

Μεταφράσεις: μελισσοτροφείο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
apiary, melissotrofeio
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bienenhaus, melissotrofeio
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
abeiller, rucher, melissotrofeio
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bijenstal, bijenschans, melissotrofeio
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пчельник, пасека, melissotrofeio
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
včelín, melissotrofeio
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pasieka, melissotrofeio
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пасіка, melissotrofeio
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
mesila, melissotrofeio
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pčelinjak, melissotrofeio
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
drava, melissotrofeio
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
prisacă, melissotrofeio
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
melissotrofeio
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
včelín, melissotrofeio
Τυχαίες λέξεις