Λέξη: μελιτζάνα

Σχετικές λέξεις: μελιτζάνα

μελιτζάνα συγκαλλιέργεια, μελιτζάνα english, μελιτζάνα ψητή θερμίδες, μελιτζάνα θερμίδες, μελιτζάνα ιμάμ, μελιτζάνα καλλιέργεια, μελιτζάνα λαγκαδά, μελιτζάνα ψητή, μελιτζάνα ψητή με φέτα, μελιτζάνα συνταγές

Μεταφράσεις: μελιτζάνα

μελιτζάνα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
eggplant, aubergine, eggplants, aubergines

μελιτζάνα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
berenjena, berenjenas, la berenjena, de berenjena, eggplant

μελιτζάνα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
eierfrucht, aubergine, Auberginen, eggplant, Eierfrucht

μελιτζάνα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aubergine, aubergines, l'aubergine, les aubergines, d'aubergine

μελιτζάνα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
melanzana, melanzane, di melanzane, le melanzane, eggplant

μελιτζάνα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
beringela, ovo, berinjela, eggplant, de berinjela, da beringela

μελιτζάνα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aubergine, aubergines, eggplant

μελιτζάνα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
баклажан, баклажаны, баклажана, баклажанов, из баклажанов

μελιτζάνα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
aubergine, eggplant, aubergine forsvars

μελιτζάνα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
aubergine, äggplantornas, äggplantor, eggplant, auberginen

μελιτζάνα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
munakoiso, munakoisoa, munakoison

μελιτζάνα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
aubergine, ægplanter, aegplanter

μελιτζάνα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
baklažán, lilek, lilku, lilkem, lilku vejcoplodého

μελιτζάνα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
oberżyna, bakłażan, ciemnopurpurowy, oberżyny, eggplant

μελιτζάνα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
padlizsán, tojásgyümölcs, padlizsánnal, padlizsánt, a padlizsán

μελιτζάνα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
patlıcan, patlıcanlı, eggplant, patlican

μελιτζάνα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
баклажан, баклажанів

μελιτζάνα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
patëllxhani, patëllxhan, Eggplant, patëllxhan të

μελιτζάνα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
патладжан, патладжани, син домат, патладжана, сини домати

μελιτζάνα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
баклажан, баклажаны, баклажанаў

μελιτζάνα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
baklažaan, baklazaan, baklažaani, baklazaani, baklažaanide

μελιτζάνα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
patlidžan, patlidžana, patlidžani, plavi patlidžan

μελιτζάνα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
eggaldin, Eggplant

μελιτζάνα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
baklažanas, baklažanų, baklažanai, Baklažano, eggplant

μελιτζάνα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
baklažāns, baklažānu, baklažāni, baklažāna

μελιτζάνα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
модар патлиџан, патлиџани, модриот патлиџан, патлиџан

μελιτζάνα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vânătă, vinete, de vinete, vinetei, vinetele

μελιτζάνα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
jajčevci, jajčevcev, jajčevca, jajčevec, jajčevcu

μελιτζάνα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
baklažán, baklažány, ľuľok

Στατιστικά δημοτικότητας: μελιτζάνα

Τυχαίες λέξεις