Läjä στα ελληνικά

Μετάφραση: läjä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στοιβάζω, σωρός, στοίβα, στοιβάδα, ανάχωμα, σωρό, σωρού, heap, σωρών
Läjä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • läimäys στα ελληνικά - βαζάκι, πυροβολώ, τραντάζω, σκάγια, πυροβολισμός, πυροβόλησα, κοπανίζω, ...
  • läiskä στα ελληνικά - λεκιάζω, ρανίδα, αμαυρώνω, κηλίδα, έμπλαστρο, ενημερωμένη έκδοση κώδικα, επίθεμα, ...
  • läksi στα ελληνικά - έφυγα, άφησα, αριστερός, έσβησαν, βγήκε, πήγε έξω, βγήκαν, ...
  • läksyttää στα ελληνικά - μαλώνω, νουθετώ, επίπληξη, διάλεξη, επιτιμώ, κατσαδιάζω, επιπλήττω, ...
Τυχαίες λέξεις
Läjä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στοιβάζω, σωρός, στοίβα, στοιβάδα, ανάχωμα, σωρό, σωρού, heap, σωρών