Laiminlyönti στα ελληνικά
Μετάφραση: laiminlyönti, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραγνωρίζω, παράλειψη, άγνοια, αποτυχία, βλάβη, ανεπάρκεια, αποτυχίας
Μεταφράσεις
- laiminlyödä στα ελληνικά - απουσία, παραλείπω, αμέλεια, παραγνωρίζω, αμελώ, παραβλέπω, αθέτηση, ...
- laiminlyöminen στα ελληνικά - παράλειψη, Παράλειψη, μη, Η μη, Αν δεν, Παράβαση
- laina στα ελληνικά - δάνειο, δανεισμός, δανείου, δανείων, του δανείου, δάνεια
- lainaaja στα ελληνικά - δανειζόμενος, οφειλέτης, δανειολήπτη, δανειολήπτης, οφειλέτη
Τυχαίες λέξεις
Laiminlyönti στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραγνωρίζω, παράλειψη, άγνοια, αποτυχία, βλάβη, ανεπάρκεια, αποτυχίας
Μεταφράσεις: παραγνωρίζω, παράλειψη, άγνοια, αποτυχία, βλάβη, ανεπάρκεια, αποτυχίας