Lakkautus στα ελληνικά
Μετάφραση: lakkautus, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάλυση, κατάργηση, κλείσιμο, κλεισίματος, το κλείσιμο, πώμα, πώματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lakka στα ελληνικά - βερνικώνω, ντοπάρω, βάφω, βερνίκι, λάκα, βερνικιού, λάκας, ...
- lakkauttaa στα ελληνικά - ολοκληρώνω, συμπεραίνω, ολόκληρος, συμπεραίνομαι, καταλήγω, καταργώ, τελειώνω, ...
- lakki στα ελληνικά - σκούφος, θήκη, τραγιάσκα, καπάκι, κάλυμμα, πώμα, ΚΓΠ, ...
- lakkolainen στα ελληνικά - απεργός, συμπαίκτη του, τον συμπαίκτη, συμπαίκτη, τον συμπαίκτη του
Τυχαίες λέξεις
Lakkautus στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάλυση, κατάργηση, κλείσιμο, κλεισίματος, το κλείσιμο, πώμα, πώματος
Μεταφράσεις: κατάλυση, κατάργηση, κλείσιμο, κλεισίματος, το κλείσιμο, πώμα, πώματος