Liemi στα ελληνικά

Μετάφραση: liemi, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακαταστασία, ζουμί, υγρό, σάλτσα, σούπα, χυμός, στοκ, μετοχή, απόθεμα, αποθέματος, αποθεμάτων
Liemi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • liekki στα ελληνικά - πυροβολώ, φωτιά, απολύω, πυρκαγιά, φλόγα, φλόγας, της φλόγας, ...
  • liekku στα ελληνικά - λίκνο
  • liemikauha στα ελληνικά - προφήτης, μάντης, μάντη, μάντισσα, μάντις
  • liennyttää στα ελληνικά - περιέχω, περιλαμβάνω, κρατώ, αναχαιτίζω, αμπάρι, κόβω, χαλαρούμαι, ...
Τυχαίες λέξεις
Liemi στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακαταστασία, ζουμί, υγρό, σάλτσα, σούπα, χυμός, στοκ, μετοχή, απόθεμα, αποθέματος, αποθεμάτων