Liima στα ελληνικά
Μετάφραση: liima, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόλλα, μαστίχα, κολλώ, κόλλας, της κόλλας, κόλλα που, με κόλλα
Μεταφράσεις
- liikuttaa στα ελληνικά - μετακομίζω, έννοια, επηρεάζω, αναδεύω, κρούση, αγγίζω, ορμή, ...
- liikuttava στα ελληνικά - μηχανή, κίνητρο, κίνηση, κινούμενος, κινείται, διακινούνται, που διακινούνται
- liima-aine στα ελληνικά - κόλλα, κολλητική, συγκολλητικό, συγκολλητική, κόλλας
- liimainen στα ελληνικά - ανυποχώρητος, επίμονος, κόλλες, συγκολλητικά, συγκολλητικών, συγκολλητικές ουσίες, κολλών
Τυχαίες λέξεις
Liima στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόλλα, μαστίχα, κολλώ, κόλλας, της κόλλας, κόλλα που, με κόλλα
Μεταφράσεις: κόλλα, μαστίχα, κολλώ, κόλλας, της κόλλας, κόλλα που, με κόλλα