Lika στα ελληνικά

Μετάφραση: lika, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαγαρίζω, μουρνταριά, γράσο, λεκιάζω, κηλίδα, λιπαντικό, βρωμιά, ακαθαρσίες, χώμα, σκόνη, τη βρωμιά
Lika στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • liitää στα ελληνικά - μύγα, πετώ, γλιστρώ, καθόδου, ολίσθηση, ολίσθησης, κατολίσθησης
  • liivi στα ελληνικά - φανελάκι, φανέλα, γιλέκο, vest, γιλέκου, φανέλλα, γιλεκο
  • likainen στα ελληνικά - βρώμικος, λερωμένος, βρόμικος, λασπωμένος, ανέντιμος, λασπώδης, απαίσιος, ...
  • likapyykki στα ελληνικά - πλύση, βρώμικα ρούχα, λερωμένα ρούχα
Τυχαίες λέξεις
Lika στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαγαρίζω, μουρνταριά, γράσο, λεκιάζω, κηλίδα, λιπαντικό, βρωμιά, ακαθαρσίες, χώμα, σκόνη, τη βρωμιά