Lohi στα ελληνικά

Μετάφραση: lohi, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σολομός, σολομού, σολομό, του σολομού, σολωμού
Lohi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lohduttaminen στα ελληνικά - παρηγοριά, παρηγορώ, παρήγορο, ανακουφίζοντας, παρηγορητικό, ανακουφιστικό, παρηγορητικά
  • lohdutus στα ελληνικά - παρηγορώ, παρηγοριά, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
  • lohikäärme στα ελληνικά - δράκος, δράκων, δράκοντας, δράκο, δράκου
  • lohjeta στα ελληνικά - κλαδεύω, τεμαχίζω, τσεκουριά, κόβω, σχίζω, ανοίγω, διασπούν, ...
Τυχαίες λέξεις
Lohi στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σολομός, σολομού, σολομό, του σολομού, σολωμού