Luonnonvoima στα ελληνικά

Μετάφραση: luonnonvoima, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στοιχείο, δύναμη της φύσης, δύναμης της φύσης, φυσική δύναμη
Luonnonvoima στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • luonnonvalkoinen στα ελληνικά - μαργαριτάρι, κόκαλο, υπόλευκο, υπόλευκη, υπόλευκου, υπόλευκα, απόλευκο
  • luonnonvarainen στα ελληνικά - ιθαγενής, ντόπιος, άγριος, άγρια, άγριων, άγριου, άγριας
  • luonnos στα ελληνικά - σκληρός, πρόχειρος, ζωγραφιά, τραχύς, προσχέδιο, σχέδιο, σχεδίου, ...
  • luonnostella στα ελληνικά - σκιαγράφηση, διατυπώνω, σκίτσο, σκαρίφημα, σχεδιάγραμμα, σχεδίασμα
Τυχαίες λέξεις
Luonnonvoima στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στοιχείο, δύναμη της φύσης, δύναμης της φύσης, φυσική δύναμη