Luulo στα ελληνικά

Μετάφραση: luulo, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπόθεση, προκατάληψη, σκεφτόμουν, σκέψη, νόμιζα, φαντασία, πρόληψη, άποψη, γνώμη, γνωμάτευση, πίστη, πεποίθηση, πεποιθήσεων, πεποίθησή, πεποιθήσεις
Luulo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • luulevainen στα ελληνικά - ύποπτος, καχύποπτος
  • luulla στα ελληνικά - πιστεύω, θεωρώ, σκέπτομαι, νομίζω, υποτίθεται, σκέφτομαι, υποθέτω, ...
  • luultava στα ελληνικά - πιθανόν, μάλλον, πιθανά, πιθανός, πιθανή, πιθανό, πιθανές
  • luultavasti στα ελληνικά - φαινομενικά, πιθανά, πιθανώς, πιθανότατα, ίσως, πιθανόν, μάλλον
Τυχαίες λέξεις
Luulo στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπόθεση, προκατάληψη, σκεφτόμουν, σκέψη, νόμιζα, φαντασία, πρόληψη, άποψη, γνώμη, γνωμάτευση, πίστη, πεποίθηση, πεποιθήσεων, πεποίθησή, πεποιθήσεις