Maallikko στα ελληνικά
Μετάφραση: maallikko, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξαπλώνω, ερασιτέχνης, κοσμικός, στρώνω, ερασιτεχνικός, λαϊκός, απλή γλώσσα, εκλαϊκευμένη, κοινό πολίτη, layman
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- maaliskuu στα ελληνικά - μάρτιος, βαδίζω, Μάρτιος, Μαρτίου, πορεία, Μάρτιο, Μάρτιο του
- maaliverkko στα ελληνικά - κλουβί, διχτύων, διχτυα για τερματα
- maallinen στα ελληνικά - τετριμμένος, ύλη, κοσμικός, κοσμική, κοσμικό, κοσμικής, κοσμικού
- maamyyrä στα ελληνικά - τυφλοπόντικας, μόλος, mole, γραμμομόριο, γραμμομόρια, γραμμομοριακή
Τυχαίες λέξεις
Maallikko στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξαπλώνω, ερασιτέχνης, κοσμικός, στρώνω, ερασιτεχνικός, λαϊκός, απλή γλώσσα, εκλαϊκευμένη, κοινό πολίτη, layman
Μεταφράσεις: ξαπλώνω, ερασιτέχνης, κοσμικός, στρώνω, ερασιτεχνικός, λαϊκός, απλή γλώσσα, εκλαϊκευμένη, κοινό πολίτη, layman