Moderni στα ελληνικά

Μετάφραση: moderni, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρεύμα, εφευρετικός, κομψός, σύγχρονος, μοντέρνος, καινοτόμος, καινοφανής, μυθιστόρημα, τωρινός, επινοητικός, νεωτεριστικός, σύγχρονες, σύγχρονη, σύγχρονο
Moderni στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mitäänsanomaton στα ελληνικά - υποδεέστερος, απλοϊκός, άνοστος, εύκολος, κατώτερος, παρακατιανός, ήπιος, ...
  • mobile στα ελληνικά - κινητός, κινητό, κινητά, κινητής, κινητών
  • moduuli στα ελληνικά - ενότητα, μονάδα, μονάδας, ενότητας, δομοστοιχείο
  • moinen στα ελληνικά - τόσος, τέτοιος, όπως, τέτοια, εν λόγω, τέτοιο
Τυχαίες λέξεις
Moderni στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρεύμα, εφευρετικός, κομψός, σύγχρονος, μοντέρνος, καινοτόμος, καινοφανής, μυθιστόρημα, τωρινός, επινοητικός, νεωτεριστικός, σύγχρονες, σύγχρονη, σύγχρονο