Moraalinen στα ελληνικά

Μετάφραση: moraalinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιμύθιο, ηθικός, ηθικό δίδαγμα, ηθική, ηθικό, ηθικής
Moraalinen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mopo στα ελληνικά - βέσπα, μοτοποδήλατο, μοτοποδηλάτου, μοτοποδηλάτων, μοτοποδήλατα, του μοτοποδηλάτου
  • moraali στα ελληνικά - ηθικό δίδαγμα, ηθικός, ηθική, ηθικό, ηθικής
  • moraalisuus στα ελληνικά - ηθική, ηθικής, χρηστά ήθη, την ηθική, τα χρηστά ήθη
  • moraaliton στα ελληνικά - σατανικός, κακός, ανήθικος, ανήθικο, ανήθικη, ανήθικες, ανήθικα
Τυχαίες λέξεις
Moraalinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιμύθιο, ηθικός, ηθικό δίδαγμα, ηθική, ηθικό, ηθικής