Muinainen στα ελληνικά
Μετάφραση: muinainen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαρχαιωμένος, αρχαίος, αρχαία, αρχαίας, αρχαίο, αρχαίων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- muhkurainen στα ελληνικά - ροζιάρικός, δυσεπίλυτος, σβωλιασμένος, χονδρός, αδέξιος, σβωλιασμένο, άμορφο
- muija στα ελληνικά - σύζυγος, γυναίκα, κορίτσι, old κορίτσι, χρονών κορίτσι, κοριτσάκι, κοριτσιού ηλικίας, ...
- muinaistaru στα ελληνικά - θρύλος, οι αρχαίοι, που οι αρχαίοι, αρχαίοι, τα ancients, και οι αρχαίοι
- muinoin στα ελληνικά - άλλοτε, αρχαιότητα, στην αρχαιότητα, την αρχαιότητα, anciently, αρχαία χρόνια
Τυχαίες λέξεις
Muinainen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαρχαιωμένος, αρχαίος, αρχαία, αρχαίας, αρχαίο, αρχαίων
Μεταφράσεις: απαρχαιωμένος, αρχαίος, αρχαία, αρχαίας, αρχαίο, αρχαίων