Αρχαίος στα φινλανδικά

Μετάφραση: αρχαίος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
entisajan, ikivanha, muinainen, antiikkinen, antiikin, muinaisen, muinaiset, ancient
Αρχαίος στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρχαίος

αρχαίος αργαλειός, αρχαίος δήμος της αττικής, αρχαίος έλληνας ανθοπώλης από την αθήνα, αρχαίος αττικός δήμος, αρχαίος ναός, αρχαίος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, αρχαίος στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • αρχή στα φινλανδικά - lähtöpiste, alkaa, aiheuttaja, rynnäkkö, alkuperä, toimintaperiaate, perusta, ...
  • αρχίζω στα φινλανδικά - alkuaika, alkaa, hätkähdys, hätkähtää, pelästyä, ryhtyä, kavahtaa, ...
  • αρχαιολογία στα φινλανδικά - arkeologia, archeology, arkeologian, arkeologiaa, arkeologiasta
  • αρχαιολογικός στα φινλανδικά - arkeologinen, arkeologisia, arkeologiset, arkeologisten, arkeologisen
Τυχαίες λέξεις
Αρχαίος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: entisajan, ikivanha, muinainen, antiikkinen, antiikin, muinaisen, muinaiset, ancient