Nosto στα ελληνικά

Μετάφραση: nosto, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάδειξη, υψώνω, ανάληψη, ύψωση, ανύψωση, ασανσέρ, αποχώρηση, σηκώνω, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, ανύψωσης
Nosto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • nostalgia στα ελληνικά - νοσταλγία, νοσταλγίας, τη νοσταλγία, η νοσταλγία, της νοσταλγίας
  • nostattaa στα ελληνικά - σπεύδω, διεγείρω, αύξηση, αυξήσει, αυξήσουν, αυξηθεί, την αύξηση
  • nostokurki στα ελληνικά - γερανός, γερανού, γερανό, γερανών, του γερανού
  • nostolaite στα ελληνικά - γερανός, ανελκυστήρας, ανύψωση, ασανσέρ, ανελκυστήρα, ανύψωσης
Τυχαίες λέξεις
Nosto στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάδειξη, υψώνω, ανάληψη, ύψωση, ανύψωση, ασανσέρ, αποχώρηση, σηκώνω, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, ανύψωσης