Oikea στα ελληνικά
Μετάφραση: oikea, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γνήσιος, σωστός, πραγματικός, ευπρεπής, διορθώνω, αυθεντικός, καθωσπρέπει, δίκαιος, δικαίωμα, ακριβολόγος, ακριβής, συγκεκριμένος, μόλις, δεξιός, πρέπων, δεξιά, δικαιώματος, σωστά, το δικαίωμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- oikaista στα ελληνικά - διορθώνω, τροποποιώ, αποκαθιστώ, σωστός, επανορθώνω, ακριβής, ορθός, ...
- oikaisu στα ελληνικά - διόρθωση, διόρθωμα, τροπολογία, προσαρμογή, ρύθμιση, προσαρμογής, ρύθμισης, ...
- oikeamielinen στα ελληνικά - δίκαιος, αμερόληπτος, δεξιά, δικαίωμα, δικαιώματος, σωστά, σωστή
- oikeanpuolinen στα ελληνικά - σωστός, δικαίωμα, δεξιός, δεξιά, δεξιό, δεξιού, δεξί, ...
Τυχαίες λέξεις
Oikea στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γνήσιος, σωστός, πραγματικός, ευπρεπής, διορθώνω, αυθεντικός, καθωσπρέπει, δίκαιος, δικαίωμα, ακριβολόγος, ακριβής, συγκεκριμένος, μόλις, δεξιός, πρέπων, δεξιά, δικαιώματος, σωστά, το δικαίωμα
Μεταφράσεις: γνήσιος, σωστός, πραγματικός, ευπρεπής, διορθώνω, αυθεντικός, καθωσπρέπει, δίκαιος, δικαίωμα, ακριβολόγος, ακριβής, συγκεκριμένος, μόλις, δεξιός, πρέπων, δεξιά, δικαιώματος, σωστά, το δικαίωμα