Λέξη: αποκοτιά

Σχετικές λέξεις: αποκοτιά

αποκοτιά συνώνυμα

Μεταφράσεις: αποκοτιά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
recklessness, apokotia
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
draufgängertum, rücksichtslosigkeit, apokotia
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
négligence, témérité, apokotia
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
безрассудство, apokotia
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nedbalost, apokotia
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
lekkomyślność, nierozwaga, junactwo, ryzykanctwo, brawura, apokotia
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
figyelmetlenség, apokotia
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
apokotia
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nezodpovednosť, nedbalosť, apokotia
Τυχαίες λέξεις