Pesäke στα ελληνικά

Μετάφραση: pesäke, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θαλάμη, φωλιά, κοιλότητα, καθίζω, θάλαμος, κάθισμα, παροικία, αποικία, περιτύλιγμα, φωλιάζω, φωλιάζουν, φωλιάς, τη φωλιά, φωλιές
Pesäke στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pesusienimäinen στα ελληνικά - σπογγώδης, σφουγγάρι, επιτελείο, σπόγγου, σπόγγο, σπόγγος
  • pesä στα ελληνικά - φωλιάζω, στεγαστικός, κουνελοφωλιά, σπίτι, θαλάμη, φωλιά, λημέρι, ...
  • pesäkolo στα ελληνικά - γη, χώμα, φωλιά, φωλιάζουν, φωλιάς, τη φωλιά, φωλιές
  • pesänhoitaja στα ελληνικά - εντολοδόχος, δέκτης, δέκτη, δε, του δέκτη, παραλήπτη
Τυχαίες λέξεις
Pesäke στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θαλάμη, φωλιά, κοιλότητα, καθίζω, θάλαμος, κάθισμα, παροικία, αποικία, περιτύλιγμα, φωλιάζω, φωλιάζουν, φωλιάς, τη φωλιά, φωλιές