Pesusienimäinen στα ελληνικά
Μετάφραση: pesusienimäinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπογγώδης, σφουγγάρι, επιτελείο, σπόγγου, σπόγγο, σπόγγος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pesue στα ελληνικά - τσούρμο, μελαγχολώ, γένος, γόνου, γεννητόρων, σε απογόνους
- pesusieni στα ελληνικά - λούφα, σφουγγάρι, loofah, το σφουγγάρι
- pesä στα ελληνικά - φωλιάζω, στεγαστικός, κουνελοφωλιά, σπίτι, θαλάμη, φωλιά, λημέρι, ...
- pesäke στα ελληνικά - θαλάμη, φωλιά, κοιλότητα, καθίζω, θάλαμος, κάθισμα, παροικία, ...
Τυχαίες λέξεις
Pesusienimäinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπογγώδης, σφουγγάρι, επιτελείο, σπόγγου, σπόγγο, σπόγγος
Μεταφράσεις: σπογγώδης, σφουγγάρι, επιτελείο, σπόγγου, σπόγγο, σπόγγος