Λέξη: τώρα

Σχετικές λέξεις: τώρα

τώρα ή ποτέ, τώρα σκαι, τώρα για την πάτρα, τώρα ότι συμβαίνει, τώρα θα πιάσω σπίτι στον παράδεισο, τώρα πάτρα, τώρα που γυρίζει, τώρα κ44, τώρα κλαις γιατί κλαις, τώρα που πας στην ξενιτιά, ειδήσεις, ειδήσεις τώρα, σεισμός τώρα, σεισμός, ειδησεις τώρα, καιρός τώρα, θεσσαλονίκη τώρα, αθήνα τώρα, ο καιρός, ο καιρός τώρα

Συνώνυμα: τώρα

τώρα λοιπόν, όμως, λοιπόν

Μεταφράσεις: τώρα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
now, currently, far, is now, are now
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ya, actualmente, inmediatamente, ahora, ahora y, hoy
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nun, derzeitig, sofort, laufend, nunmehr, jetzt, eben, gegenwärtige, aktuell, heute, ...
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
maintenant, aussitôt, immédiatement, actuellement, or, désormais, aujourd'hui, présent
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
direttamente, ormai, oggigiorno, adesso, attualmente, ora, oggi, società, la società
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
novembro, pois, actualmente, corrente, ora, presentemente, agora, empresa, já, hoje
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wel, komaan, dadelijk, zo, thans, enfin, tegenwoordig, onmiddellijk, nou, aanstonds, ...
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
экстренно, зараз, ныне, сейчас, незамедлительно, нынче, немедленно, теперь, тотчас, настоящее время, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
nå, straks, bedriften, deg nå, now
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nu, företaget, dig nu, numera
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
heti, oitis, nyttemmin, nykyään, nyt, no, nykyisin, välittömästi, pikimmiten, laitoksen kanssa, ...
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
nå, nu, straks, dig nu, nu er, dag
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nuže, teď, tedy, okamžitě, nyní, ihned, hned, podnikem, se podnikem, dnes
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
bieżąco, obecnie, aktualnie, zaraz, nów, teraz, odtąd, się teraz, now, się
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pedig, hát, ugyan, ugyanakkor, na-na!, most, teremteni a vállalattal, vállalattal, a vállalattal, teremteni
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şimdi, geç, hemen, artık, hemen şimdi
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ну, тепер, нині, зараз, негайно, сьогодні, наразі
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
tash, tani, tashmë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сега, предприятието, с предприятието, се с предприятието, вече
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цяпер, зараз, сейчас
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
praegu, nüüd, kohe, nüüdseks, on nüüd
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
onda, sada, smjesta, dakle, sad, danas, je sada, se sada
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
nú, núna, núna til, nú að
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
nunc
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tuojau, nedelsiant, dabar, šiol, metu, šiuo metu, jau
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tieši, nekavējoties, tūlīt, tagad, tagad ir, šobrīd, šim, pašlaik
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сега, сега е, сега се, денес, веднаш
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
imediat, acum, intreprinderea, cu intreprinderea, legatura cu intreprinderea, prezent
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
sedaj, zdaj, danes, se zdaj, je sedaj
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
už, teraz, súčasnosti, v súčasnosti, dnes, práve

Στατιστικά δημοτικότητας: τώρα

Τυχαίες λέξεις