Pinne στα ελληνικά

Μετάφραση: pinne, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσιμπώ, κλέβω, σφίγγω, κουρεύω, πόρπη, συνδετήρας, ψαλιδίζω, συσφίγγω, βουτώ, κλιπ, clip, συνδετήρα, σφιγκτήρα
Pinne στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pinnallinen στα ελληνικά - επιπόλαιος, επιφάνεια, αναδύομαι, ρηχός, επιφανειακός, επιφανειακές, επιφανειακή, ...
  • pinnata στα ελληνικά - σχίζω, Skive, Κύκλοι, Σκίβε, κόπτω
  • pinnistellä στα ελληνικά - προσπαθώ, πασχίζω, ασκήσει τον εαυτό, εαυτό του να ασκήσει, καταβάλλω προσπάθειες
  • pinnistys στα ελληνικά - προσπάθεια, στραμπουλίζω, τεντώνω, ζόρι, διηθώ
Τυχαίες λέξεις
Pinne στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσιμπώ, κλέβω, σφίγγω, κουρεύω, πόρπη, συνδετήρας, ψαλιδίζω, συσφίγγω, βουτώ, κλιπ, clip, συνδετήρα, σφιγκτήρα