Λέξη: υφηγητής
Συνώνυμα: υφηγητής
κύριος, λέκτορας, ομιλητής
Μεταφράσεις: υφηγητής
υφηγητής στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
lecturer, don, assistant professor, a lecturer, Assistant Professor of
υφηγητής στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
conferenciante, profesor, conferencista, profesora, profesor de
υφηγητής στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dozent, lehrbeauftragter, lehrbeauftragte, lektor, Dozent, Dozentin, Lehrbeauftragter, Lektor
υφηγητής στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
conférencier, professeur, chargé de cours, enseignant, maître de conférences
υφηγητής στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
oratore, docente, conferenziere, professore, docente di, relatore
υφηγητής στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
conferencista, professor, palestrante, docente, conferente
υφηγητής στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
lector, spreker, docent, lesgever, titularis
υφηγητής στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
преподаватель, дьяк, докладчик, лектор, лектором, преподавателем, доцент
υφηγητής στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
foreleser, foredragsholder, faglærer, foreleseren
υφηγητής στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
föreläsare, lektor, universitetslektor, adjunkt, föredragshållare
υφηγητής στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lehtori, luennoitsija, esitelmänpitäjä, esitelmöijä, opettaja, luennoitsijana, lehtorina
υφηγητής στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
foredragsholder, lektor, underviser, underviseren, forelæser
υφηγητής στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
přednášející, lektor, docent, odborný asistent
υφηγητής στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
adiunkt, prelekcja, wykładowca, prelegent, wykładowcą, wykładowcy, wykł
υφηγητής στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
adjunktus, előadó, oktató, előadója, oktatója
υφηγητής στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
okutman, öğretim görevlisi, öğretim, öğretim üyesi, konuşmacı
υφηγητής στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
аудиторія, викладач, преподаватель
υφηγητής στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lektor, ligjërues, pedagog, lektor i, ligjëruese
υφηγητής στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лектор, преподавател, лектора
υφηγητής στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
выкладчык, выкладчыца
υφηγητής στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
loengupidaja, õppejõud, lektor, õppejõu, õppejõuna, lektori
υφηγητής στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
predavač, predavača, nastavnik, profesor, predavačica
υφηγητής στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
lektor, fyrirlesari, kennari, stundakennari, kennir
υφηγητής στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
docentas, lektorius, dėstytojas, lektorė, dėstytoja, dėstytojo
υφηγητής στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lektors, pasniedzējs, lektore, pasniedzēja, docētājs
υφηγητής στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
предавач, лектор, предавачот, професор, асистент
υφηγητής στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
lector, conferențiar, profesor, lector universitar, conferentiar
υφηγητής στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
lektor, docent, predavatelj, predavateljica, nosilec, profesor, predava
υφηγητής στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
lektor, docent, učiteľ, prednášajúci
Τυχαίες λέξεις