Puolue στα ελληνικά
Μετάφραση: puolue, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρέα, συμβαλλόμενος, φατρία, κόμμα, διάδικος, κόμματος, συμβαλλόμενο μέρος, διαδίκου
Μεταφράσεις
- puoliyö στα ελληνικά - μεσάνυχτα, τα μεσάνυχτα, μεσάνυκτα, τα μεσάνυκτα
- puoltaa στα ελληνικά - πλάτη, υποστηρίζω, ενισχύω, συνήγορος, εισαγγελέα, εισαγγελέας, υπέρμαχος, ...
- puolueellisuus στα ελληνικά - προκατάληψη, πρόληψη, μεροληψία, πόλωσης, πόλωση, μεροληψίας
- puolueeton στα ελληνικά - αντικειμενικός, απρόσωπος, ουδέτερος, νεκρό, ουδέτερο, ουδέτερη, ουδέτερα, ...
Τυχαίες λέξεις
Puolue στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρέα, συμβαλλόμενος, φατρία, κόμμα, διάδικος, κόμματος, συμβαλλόμενο μέρος, διαδίκου
Μεταφράσεις: παρέα, συμβαλλόμενος, φατρία, κόμμα, διάδικος, κόμματος, συμβαλλόμενο μέρος, διαδίκου