Rähjäinen στα ελληνικά
Μετάφραση: rähjäinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακατάστατος, υποβαθμισμένων, τρέχει προς τα κάτω, υποβαθμισμένη, υποβαθμισμένες, υποβαθμισμένο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- epäsovinnainen στα ελληνικά - άτομο, ατομικός, διαφορετικός, εκκεντρικός, αντισυμβατικό, αντισυμβατική, μη συμβατικές, ...
- komissio στα ελληνικά - επιτροπή, παραγγέλλω, εξουσιοδότηση, παραγγελία, προμήθεια, Επιτροπής, προμήθειας, ...
- oleellisesti στα ελληνικά - ουσιαστικά, κατ 'ουσίαν, ουσίαν, βασικά
Τυχαίες λέξεις
Rähjäinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακατάστατος, υποβαθμισμένων, τρέχει προς τα κάτω, υποβαθμισμένη, υποβαθμισμένες, υποβαθμισμένο
Μεταφράσεις: ακατάστατος, υποβαθμισμένων, τρέχει προς τα κάτω, υποβαθμισμένη, υποβαθμισμένες, υποβαθμισμένο