Λέξη: συμπάθεια

Σχετικές λέξεις: συμπάθεια

συμπάθεια βικιπαιδεια, συμπάθεια συνώνυμα, συμπάθεια ετυμολογία, συμπάθεια μετάφραση

Συνώνυμα: συμπάθεια

αρέσκεια, αγάπη, κλίσις, αρμονική σχέση, επικοινωνία, συμπόνια

Μεταφράσεις: συμπάθεια

συμπάθεια στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
compassion, sympathy, liking, rapport, favorite, sympathetic

συμπάθεια στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
compasión, simpatía, condolencia, la simpatía, solidaridad

συμπάθεια στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
mitleid, Sympathie, Mitgefühl, Mitleid, Anteilnahme, Verständnis

συμπάθεια στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
pitié, attendrissement, apitoiement, compassion, miséricorde, condoléance, sympathie, la sympathie, de sympathie, sympathies

συμπάθεια στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
compassione, simpatia, solidarietà, comprensione, la simpatia

συμπάθεια στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
piedade, compaixão, simpatia, solidariedade, a simpatia, de simpatia

συμπάθεια στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
mededogen, medelijden, erbarmen, sympathie, medeleven, begrip, medegevoel

συμπάθεια στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сочувствие, сердобольность, сострадание, жалость, соболезнование, симпатии, симпатия, Курилка, сочувствия

συμπάθεια στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
medlidenhet, sympati, medfølelse, sympatien

συμπάθεια στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
medlidande, sympati, medkänsla, deltagande, förståelse

συμπάθεια στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
armahtavaisuus, sääli, myötätunto, myötätuntoa, sympatiaa, myötätuntonsa, osanottonsa

συμπάθεια στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
medlidenhed, sympati, medfølelse, forståelse, sympati for

συμπάθεια στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
soucit, slitování, soustrast, sympatie, sympatií, pochopení, soucitu

συμπάθεια στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
litość, politowanie, współczucie, sympatia, sympatii, współczucia, sympatię

συμπάθεια στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
könyörület, együttérzés, rokonszenv, szimpátia, együttérzését, együttérzést

συμπάθεια στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
acıma, sempati, sympathy, bir sempati, sempatisi, sempatiyi

συμπάθεια στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
співчуття, жалість

συμπάθεια στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
simpati, simpatia, simpatinë, keqardhje, simpatinë e

συμπάθεια στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
съчувствие, симпатия, съчувствието, съпричастност, симпатии

συμπάθεια στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
спачуванне, спагада, спагаду, спачуваньне, спачуванні

συμπάθεια στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaasaelamine, kaastunne, sümpaatia, kaastunnet, sümpaatiat, poolehoidu

συμπάθεια στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sućut, sažaljenje, simpatija, simpatije, suosjećanje, suosjećanja

συμπάθεια στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
samúð, samkennd, sem samúð, meðaumkun, alúð

συμπάθεια στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gailestis, užuojauta, simpatija, simpatijos, atjauta, pritarimas

συμπάθεια στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
līdzjūtība, simpātija, līdzjūtību, simpātijas, simpātiju

συμπάθεια στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
симпатија, симпатии, сочувство, симпатијата, симпатиите

συμπάθεια στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
milă, simpatie, simpatia, compasiune, compasiunea, de simpatie

συμπάθεια στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
sočutje, simpatija, sožalje, simpatije, naklonjenost

συμπάθεια στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
súcit, súcitu, sústrasť
Τυχαίες λέξεις