Ratki στα ελληνικά
Μετάφραση: ratki, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απολύτως, τελείως, Rátki
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ennennäkemätön στα ελληνικά - αθέατος, πρωτοφανής, άνευ προηγουμένου, πρωτοφανή, χωρίς προηγούμενο, πρωτοφανείς
- näppi στα ελληνικά - δάκτυλο, δακτύλου, την άκρη του δακτύλου, δάκτυλό, άκρη του δακτύλου, το δάκτυλό
- oksettava στα ελληνικά - αηδιαστικός, επαναστατικός, βδελυρός, αντιπαθητικός, απωθητικός, αηδιαστικό, αηδιαστική, ...
- poimu στα ελληνικά - γραμμή, ζάρα, αυλάκι, παρατάσσω, επενδύω, γέρνω, πιέτα, ...
Τυχαίες λέξεις
Ratki στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απολύτως, τελείως, Rátki
Μεταφράσεις: απολύτως, τελείως, Rátki